Αναβίωση στα γερμανικά

Μετάφραση: αναβίωση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wiederbelebung, erweckung, Wiederbelebung, Erneuerung, Belebung, Erweckung, Wiederaufleben
Αναβίωση στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβίωση

αναβίωση δράμα, αναβίωση επε, αναβίωση ανώνυμης εταιρείας, αναβίωση ολυμπιακών αγώνων 1896, αναβίωση συνώνυμα, αναβίωση λεξικό γλώσσας γερμανικά, αναβίωση στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αναβάλλω στα γερμανικά - verschieben, Stall, Stand
  • αναβάτης στα γερμανικά - passagier, fahrgast, reiter, schummeln, jockei, Jockey
  • αναβαθμίζω στα γερμανικά - aktualisierung, verbesserung, lagebericht, befordern, verbessert, verbessern, anheben, ...
  • αναβιώνω στα γερμανικά - wiederbeleben, beleben, wieder aufleben, wieder beleben, aufleben, erneuern
Τυχαίες λέξεις
Αναβίωση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: wiederbelebung, erweckung, Wiederbelebung, Erneuerung, Belebung, Erweckung, Wiederaufleben