Αναβίωση στα τούρκικα
Μετάφραση: αναβίωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
canlanma, canlanması, canlanmanın, bir canlanma, canlandırılması
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναβίωση
αναβίωση δράμα, αναβίωση επε, αναβίωση ανώνυμης εταιρείας, αναβίωση ολυμπιακών αγώνων 1896, αναβίωση συνώνυμα, αναβίωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, αναβίωση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αναβάλλω στα τούρκικα - ertelemek, ahır, durak, kabini, stall, Sıkışma
- αναβάτης στα τούρκικα - binici, yolcu, süvari, jokey, jockey, bir jokey, jokeyi
- αναβαθμίζω στα τούρκικα - yükseltmek, yükseltme, güncelleme, yükseltmesi, bir yükseltme
- αναβιώνω στα τούρκικα - canlandırmak, canlandırmaya, yeniden canlandırmak, canlandırma, ihya
Τυχαίες λέξεις
Αναβίωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: canlanma, canlanması, canlanmanın, bir canlanma, canlandırılması
Μεταφράσεις: canlanma, canlanması, canlanmanın, bir canlanma, canlandırılması