Αποκλειστικότητα στα γερμανικά

Μετάφραση: αποκλειστικότητα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ausschließlich, Ausschließlichkeit, Exklusivität
Αποκλειστικότητα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποκλειστικότητα

αποκλειστικότητα στα αγγλικά, αποκλειστικότητα συνώνυμο, αποκλειστικότητα στη σχέση, κατ αποκλειστικότητα, αποκλειστικότητα λεξικό γλώσσας γερμανικά, αποκλειστικότητα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αποκλειστικά στα γερμανικά - allein, einzig, ausschließlich, exklusiv, ausschliesslich, nur, die ausschließlich
  • αποκλειστικός στα γερμανικά - ausschließlich, exklusiv, exklusiven, exklusive, ausschließliche
  • αποκληρώνω στα γερμανικά - enterben, zu enterben, enterbt, Enterbung
  • αποκολλώ στα γερμανικά - lösen, uNSTICK, abzuziehen, losmachen
Τυχαίες λέξεις
Αποκλειστικότητα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: ausschließlich, Ausschließlichkeit, Exklusivität