Αποκλειστικότητα στα ουγγρικά
Μετάφραση: αποκλειστικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kizárólagosság, kizárólagosságát, exkluzivitás, kizárólagossága, exkluzivitását
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκλειστικότητα
αποκλειστικότητα στα αγγλικά, αποκλειστικότητα συνώνυμο, αποκλειστικότητα στη σχέση, κατ αποκλειστικότητα, αποκλειστικότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αποκλειστικότητα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αποκλειστικά στα ουγγρικά - kizárólag, kizárólagosan, kizárólag a, a kizárólag, kizárólagos
- αποκλειστικός στα ουγγρικά - kizárólagos, exkluzív, kizárólag, a kizárólagos
- αποκληρώνω στα ουγγρικά - örökségből kizár, elvesztem, zárni az öröklésből, kitagad
- αποκολλώ στα ουγγρικά - szétválaszt, Unstick, leválasztásához, letépéséhez, kiemelésének megszüntetése
Τυχαίες λέξεις
Αποκλειστικότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kizárólagosság, kizárólagosságát, exkluzivitás, kizárólagossága, exkluzivitását
Μεταφράσεις: kizárólagosság, kizárólagosságát, exkluzivitás, kizárólagossága, exkluzivitását