Αποκλειστικότητα στα τούρκικα
Μετάφραση: αποκλειστικότητα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
seçkinlik, özel olma, ayrıcalıklı olma, tek olma
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκλειστικότητα
αποκλειστικότητα στα αγγλικά, αποκλειστικότητα συνώνυμο, αποκλειστικότητα στη σχέση, κατ αποκλειστικότητα, αποκλειστικότητα λεξικό γλώσσας τούρκικα, αποκλειστικότητα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αποκλειστικά στα τούρκικα - yalnız, sadece, özel, yalnızca, münhasıran, özel olarak
- αποκλειστικός στα τούρκικα - özel, eXCLUSIVE, MÜNHASIR, seçkin, münhasır
- αποκληρώνω στα τούρκικα - mirastan yoksun bırakmak, disinherit, mirastan, mirastan yoksun bırakacağım, mirastan yoksun
- αποκολλώ στα τούρκικα - ayırmak, ayırmanın, serbest bırak, koparmak, soyacak
Τυχαίες λέξεις
Αποκλειστικότητα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: seçkinlik, özel olma, ayrıcalıklı olma, tek olma
Μεταφράσεις: seçkinlik, özel olma, ayrıcalıklı olma, tek olma