Αποκλειστικότητα στα φινλανδικά

Μετάφραση: αποκλειστικότητα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hieno, jakamaton, ainutlaatuisuutensa, ainutlaatuisuus, yksinoikeus, ylellisyys, exclusiveness
Αποκλειστικότητα στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποκλειστικότητα

αποκλειστικότητα στα αγγλικά, αποκλειστικότητα συνώνυμο, αποκλειστικότητα στη σχέση, κατ αποκλειστικότητα, αποκλειστικότητα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αποκλειστικότητα στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • αποκλειστικά στα φινλανδικά - yksin, yksinomaan, ainoastaan, pelkästään, vain, yksinomaisesti
  • αποκλειστικός στα φινλανδικά - hieno, jakamaton, yksinomainen, yksinomaiseen, yksinoikeudella, yksinomaan, yksinomaisen
  • αποκληρώνω στα φινλανδικά - tehdä perinnöttömäksi, hävitän, perinnöttömäksi
  • αποκολλώ στα φινλανδικά - irrottaa, irrottamaan
Τυχαίες λέξεις
Αποκλειστικότητα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: hieno, jakamaton, ainutlaatuisuutensa, ainutlaatuisuus, yksinoikeus, ylellisyys, exclusiveness