Εκτελώ στα γερμανικά

Μετάφραση: εκτελώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
tun, unterzeichnen, ausführen, spielen, erfüllen, verrichten, leisten
Εκτελώ στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκτελώ

ρήμα αποτελώ, εκτελώ χρέη, εκτελώ συνώνυμο, εκτελώ στα αγγλικά, εκτελώ καθήκοντα, εκτελώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, εκτελώ στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εκτείνομαι στα γερμανικά - dehnen, strecken, ausdehnen, strecke, ausdehnung, verlängern, ausgebreitet, ...
  • εκτείνω στα γερμανικά - ausgebreitet, ausgebreiteten, gespreizten, outspread, ausgebreitete
  • εκτεταμένα στα γερμανικά - ausgiebig, ausführlich, häufig, viel, umfassend
  • εκτεταμένος στα γερμανικά - reichlich, umfangreich, ausgiebig, weitgehend, umfassend, eingehend, weit, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκτελώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: tun, unterzeichnen, ausführen, spielen, erfüllen, verrichten, leisten