Εκτελώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: εκτελώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
afkasta, fremja, framkvæma, að framkvæma, sinna, framkvæmt, gert
Εκτελώ στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκτελώ

ρήμα αποτελώ, εκτελώ χρέη, εκτελώ συνώνυμο, εκτελώ στα αγγλικά, εκτελώ καθήκοντα, εκτελώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εκτελώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εκτείνομαι στα ισλανδικά - þenja, outspread
  • εκτείνω στα ισλανδικά - outspread
  • εκτεταμένα στα ισλανδικά - mikið, víða, ítarlega, miklum, mikið að
  • εκτεταμένος στα ισλανδικά - víðtækur, mikil, víðtæka, víðtæk, umfangsmikið
Τυχαίες λέξεις
Εκτελώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: afkasta, fremja, framkvæma, að framkvæma, sinna, framkvæmt, gert