Εκτελώ στα τούρκικα
Μετάφραση: εκτελώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yapmak, gerçekleştirmek, yerine, gerçekleştirin, gerçekleştirebilirsiniz
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτελώ
ρήμα αποτελώ, εκτελώ χρέη, εκτελώ συνώνυμο, εκτελώ στα αγγλικά, εκτελώ καθήκοντα, εκτελώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, εκτελώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εκτείνομαι στα τούρκικα - gerinmek, uzamak, uzatmak, germek, serilmiş, yayılmış, yana doğru uzanan taşıyıcı, ...
- εκτείνω στα τούρκικα - serilmiş, yayılmış, yana doğru uzanan taşıyıcı, büyük miktarlarda yayılmış, miktarlarda yayılmış
- εκτεταμένα στα τούρκικα - yaygın olarak, yaygın, yoğun, yaygın bir, kapsamlı bir
- εκτεταμένος στα τούρκικα - çok, geniş, bol, kapsamlı, geniş bir, yaygın, detaylı
Τυχαίες λέξεις
Εκτελώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yapmak, gerçekleştirmek, yerine, gerçekleştirin, gerçekleştirebilirsiniz
Μεταφράσεις: yapmak, gerçekleştirmek, yerine, gerçekleştirin, gerçekleştirebilirsiniz