Εκτελώ στα ουγγρικά
Μετάφραση: εκτελώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
teljesít, előad, elvégzésére, végezze, elvégzéséhez
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτελώ
ρήμα αποτελώ, εκτελώ χρέη, εκτελώ συνώνυμο, εκτελώ στα αγγλικά, εκτελώ καθήκοντα, εκτελώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εκτελώ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- εκτείνομαι στα ουγγρικά - feszítés, nyújtózkodás, terjedés, szétterített, kiterjesztett, szétterjesztett, kitárt, ...
- εκτείνω στα ουγγρικά - szétterített, kiterjesztett, szétterjesztett, kitárt, kifeszít
- εκτεταμένα στα ουγγρικά - alaposan, széles körben, nagymértékben, kiterjedten, kiterjedt
- εκτεταμένος στα ουγγρικά - kiterjedt, külterjes, részletes, széles körű, átfogó, széleskörű
Τυχαίες λέξεις
Εκτελώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: teljesít, előad, elvégzésére, végezze, elvégzéséhez
Μεταφράσεις: teljesít, előad, elvégzésére, végezze, elvégzéséhez