Κυριολεκτικός στα γερμανικά

Μετάφραση: κυριολεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
buchstabensymbol, buchstäblich, druckfehler, wörtlich, tippfehler, wörtliche, wörtlichen, literal
Κυριολεκτικός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυριολεκτικός

κυριολεκτικός στα αγγλικά, κυριολεκτικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, κυριολεκτικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • κυριαρχώ στα γερμανικά - dominieren, überwiegen, vorherrschen, overmaster, überwältigen
  • κυριολεκτικά στα γερμανικά - wörtliche, wörtlich, buchstäblich, wahrsten Sinne des Wortes, wortwörtlich
  • κυριότερος στα γερμανικά - vorwiegend, leitung, hauptleitung, stromnetz, hauptsächlich, primär, wesentlich, ...
  • κυρτός στα γερμανικά - handfertigkeit, biegen, gebogen, geschicklichkeit, geschick, beugte, gewandtheit, ...
Τυχαίες λέξεις
Κυριολεκτικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: buchstabensymbol, buchstäblich, druckfehler, wörtlich, tippfehler, wörtliche, wörtlichen, literal