Κυριολεκτικός στα τούρκικα

Μετάφραση: κυριολεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
edebiyat, sözlü, gerçek, literal, edebi, değişmezi, tam
Κυριολεκτικός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυριολεκτικός

κυριολεκτικός στα αγγλικά, κυριολεκτικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, κυριολεκτικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • κυριαρχώ στα τούρκικα - hakkından gelmek
  • κυριολεκτικά στα τούρκικα - harfi harfine, tam anlamıyla, anlamıyla, kelimenin tam anlamıyla, gerçekten
  • κυριότερος στα τούρκικα - esas, temel, asıl, ana, başlıca, anapara
  • κυρτός στα τούρκικα - dışbükey, konveks, convex, dış bükey, dışbükey bir
Τυχαίες λέξεις
Κυριολεκτικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: edebiyat, sözlü, gerçek, literal, edebi, değişmezi, tam