Κυριολεκτικός στα σλοβακικά
Μετάφραση: κυριολεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
doslovný, prostý, doslovného, doslovné
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυριολεκτικός
κυριολεκτικός στα αγγλικά, κυριολεκτικός λεξικό γλώσσας σλοβακικά, κυριολεκτικός στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- κυριαρχώ στα σλοβακικά - ovládať, ovládanie, ovláda, riadiť, ovládat
- κυριολεκτικά στα σλοβακικά - doslovne, doslova, doslovnom
- κυριότερος στα σλοβακικά - hlavní, podstatný, hlavný, hlavné, hlavná, hlavnej, hlavnú
- κυρτός στα σλοβακικά - ohnutý, sklonil, konvexné, konvexný, konvexná, vypuklé, vyklenuté
Τυχαίες λέξεις
Κυριολεκτικός στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: doslovný, prostý, doslovného, doslovné
Μεταφράσεις: doslovný, prostý, doslovného, doslovné