Κυριολεκτικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: κυριολεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pažodinis, pažodžiui, pažodinio, pažodinį, pažodinė
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυριολεκτικός
κυριολεκτικός στα αγγλικά, κυριολεκτικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κυριολεκτικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κυριαρχώ στα λιθουανικά - užvaldyti, Paklūsta, pajungti sau, Paklūsta mane
- κυριολεκτικά στα λιθουανικά - pažodžiui, tiesiog, tiesiogine prasme, prasme, žodžio prasme
- κυριότερος στα λιθουανικά - pagrindinis, pagrindinė, pagrindinę, vykdytojas, pagrindiniu
- κυρτός στα λιθουανικά - išgaubtas, išgaubti, išgaubta, Iškilioji, išgaubtos
Τυχαίες λέξεις
Κυριολεκτικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pažodinis, pažodžiui, pažodinio, pažodinį, pažodinė
Μεταφράσεις: pažodinis, pažodžiui, pažodinio, pažodinį, pažodinė