Μονή στα γερμανικά
Μετάφραση: μονή, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
frauenkloster, abtei, nonnenkloster, Abtei, Kloster
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονή
μονή πεντέλης, μονή βλατάδων, μονή αρκαδίου, μονή πετράκη, μονή καισαριανής, μονή λεξικό γλώσσας γερμανικά, μονή στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μομφή στα γερμανικά - tadel, verweis, Vorwurf, Tadel, Schmach, Vorwürfe
- μονάδα στα γερμανικά - einheit, maßeinheit, gerät, aggregat, locker, einfach, gebühreneinheit, ...
- μοναδικός στα γερμανικά - einzahl, ungewöhnlich, einzig, befremdend, einzigartig, eindeutig, singulär, ...
- μοναξιά στα γερμανικά - einöde, vereinsamung, alleinsein, abgeschiedenheit, einsamkeit, Einsamkeit, die Einsamkeit, ...
Τυχαίες λέξεις
Μονή στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: frauenkloster, abtei, nonnenkloster, Abtei, Kloster
Μεταφράσεις: frauenkloster, abtei, nonnenkloster, Abtei, Kloster