Μονή στα ισλανδικά
Μετάφραση: μονή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
klaustri, Abbey, klaustrið, klaustur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονή
μονή πεντέλης, μονή βλατάδων, μονή αρκαδίου, μονή πετράκη, μονή καισαριανής, μονή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μονή στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μομφή στα ισλανδικά - háðungar, háðung, spotti, vanvirða, skömm
- μονάδα στα ισλανδικά - eining, einingu, einingar, einingin
- μοναδικός στα ισλανδικά - eintala, einstakt, einstök, er einstök, einstök að, er einstök að
- μοναξιά στα ισλανδικά - einvera, einmanaleika, einmanaleiki, einsemd, einmanaleikinn, einsemdin
Τυχαίες λέξεις
Μονή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: klaustri, Abbey, klaustrið, klaustur
Μεταφράσεις: klaustri, Abbey, klaustrið, klaustur