Ρούχο στα γερμανικά
Μετάφραση: ρούχο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gewand, anzug, kleid, kleidung, Tuch, Stoff, Lappen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρούχο
ρούχο ετυμολογία, ρούχο δανεικό, χαμένο ρούχο, ρούχο δανεικό στίχοι, ρούχο ονειροκρίτης, ρούχο λεξικό γλώσσας γερμανικά, ρούχο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ρούμι στα γερμανικά - befremdend, rum, Rums
- ρούχα στα γερμανικά - garderobe, kleidung, sommersachen, bekleidung, kleid, wäsche, kleider, ...
- ρυάκι στα γερμανικά - strömung, strömen, flüsschen, wasserlauf, strom, bach, Bach, ...
- ρυθμίζω στα γερμανικά - regulieren, angepasst, anpassen, einstellen, justieren, verstellen
Τυχαίες λέξεις
Ρούχο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gewand, anzug, kleid, kleidung, Tuch, Stoff, Lappen
Μεταφράσεις: gewand, anzug, kleid, kleidung, Tuch, Stoff, Lappen