Ρούχο στα τσεχικά
Μετάφραση: ρούχο, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
šat, oděv, tkanina, plátno, utěrka, látka, plátěný
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρούχο
ρούχο ετυμολογία, ρούχο δανεικό, χαμένο ρούχο, ρούχο δανεικό στίχοι, ρούχο ονειροκρίτης, ρούχο λεξικό γλώσσας τσεχικά, ρούχο στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ρούμι στα τσεχικά - podivínský, divný, zvláštní, podivný, rum, Rooms, rumu, ...
- ρούχα στα τσεχικά - oděv, oblečení, šaty, oděvy, prádlo
- ρυάκι στα τσεχικά - dělit, proudit, proud, zátoka, potok, řeka, záliv, ...
- ρυθμίζω στα τσεχικά - uspořádat, seřídit, seřadit, sladit, opravit, upravit, opravovat, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρούχο στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: šat, oděv, tkanina, plátno, utěrka, látka, plátěný
Μεταφράσεις: šat, oděv, tkanina, plátno, utěrka, látka, plátěný