Ρούχο στα σουηδικά
Μετάφραση: ρούχο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
plagg, duk, tyg, trasa, duken, trasan
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρούχο
ρούχο ετυμολογία, ρούχο δανεικό, χαμένο ρούχο, ρούχο δανεικό στίχοι, ρούχο ονειροκρίτης, ρούχο λεξικό γλώσσας σουηδικά, ρούχο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ρούμι στα σουηδικά - bisarr, besynnerlig, egen, underlig, egendomlig, konstig, rom, ...
- ρούχα στα σουηδικά - kläder, beklädnad, klänning, kläderna, kläd
- ρυάκι στα σουηδικά - vik, ström, bäck, Brook, bäcken
- ρυθμίζω στα σουηδικά - ordna, lämpa, justera, anpassa, ställa, justerar, ändra
Τυχαίες λέξεις
Ρούχο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: plagg, duk, tyg, trasa, duken, trasan
Μεταφράσεις: plagg, duk, tyg, trasa, duken, trasan