Ασπρίζω στα δανικά

Μετάφραση: ασπρίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
blege, hvidere, whiten
Ασπρίζω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασπρίζω

ασπρίζω λεξικό γλώσσας δανικά, ασπρίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ασπίδα στα δανικά - skjold, kofanger, beskytte, skærme, shield, afskærme
  • ασπιρίνη στα δανικά - aspirin, acetylsalicylsyre
  • ασπόνδυλος στα δανικά - hvirvelløse, invertebrat, invertebrattaxa, hvirvelløse dyr, invertebrattaxa i
  • αστάθεια στα δανικά - ustabilitet, ustabile, manglende stabilitet, instabilitet
Τυχαίες λέξεις
Ασπρίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: blege, hvidere, whiten