Ασπρίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ασπρίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pabalti, Šviesina, balinti, nubaltinti, išbalti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασπρίζω
ασπρίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ασπρίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ασπίδα στα λιθουανικά - skydas, apsauga, apsaugoti, skydo, uždengti, ekranas
- ασπιρίνη στα λιθουανικά - aspirinas, aspirino, Aspirin, aspiriną, aspirinu
- ασπόνδυλος στα λιθουανικά - bestuburis, bestuburiams, bestuburių, bestuburis gyvūnas, Bestuburiai gyvūnas
- αστάθεια στα λιθουανικά - nestabilumas, nestabilumo, nestabilumą, nepastovumas, nestabilumu
Τυχαίες λέξεις
Ασπρίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pabalti, Šviesina, balinti, nubaltinti, išbalti
Μεταφράσεις: pabalti, Šviesina, balinti, nubaltinti, išbalti