Ασπρίζω στα σουηδικά

Μετάφραση: ασπρίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
whiten, bleka, göra vit, sanera, vitare
Ασπρίζω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασπρίζω

ασπρίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, ασπρίζω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ασπίδα στα σουηδικά - skydda, buffert, sköld, skyddar, avskärma, skärma
  • ασπιρίνη στα σουηδικά - acetylsalicylsyra, aspirin, huvudvärkstabletten, ASA
  • ασπόνδυλος στα σουηδικά - ryggradslös, invertebrate, ryggradslösa, evertebrater, invertebrat
  • αστάθεια στα σουηδικά - instabilitet, instabiliteten, instabila, instabilt
Τυχαίες λέξεις
Ασπρίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: whiten, bleka, göra vit, sanera, vitare