Βασανιστήριο στα δανικά

Μετάφραση: βασανιστήριο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tortur, af tortur, for tortur, torturen
Βασανιστήριο στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βασανιστήριο

βασανιστήριο λεξικό γλώσσας δανικά, βασανιστήριο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • βασανιζόμενος στα δανικά - vasanizomenos
  • βασανισμός στα δανικά - dødskamp, tortur, smerte, Cruelty, Grusomhed, Mishandling, Grusomhedens, ...
  • βασικός στα δανικά - grundlæggende, basis-, grundforordningens, basis, basale
  • βασιλεία στα δανικά - regere, herske, Konge, regjere, være Konge
Τυχαίες λέξεις
Βασανιστήριο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tortur, af tortur, for tortur, torturen