Βασανιστήριο στα σλοβακικά
Μετάφραση: βασανιστήριο, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
police, mučenia, mučenie, mučeniu, mučení, mučením
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βασανιστήριο
βασανιστήριο λεξικό γλώσσας σλοβακικά, βασανιστήριο στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- βασανιζόμενος στα σλοβακικά - stiesnený, vasanizomenos
- βασανισμός στα σλοβακικά - mučení, trýzniť, krutosť, krutost, krutosti, kruté metódy, krutosf
- βασικός στα σλοβακικά - basic
- βασιλεία στα σλοβακικά - vláda, vládnuť, panovať, kraľovať
Τυχαίες λέξεις
Βασανιστήριο στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: police, mučenia, mučenie, mučeniu, mučení, mučením
Μεταφράσεις: police, mučenia, mučenie, mučeniu, mučení, mučením