Αιχμαλωσία στα εσθονικά
Μετάφραση: αιχμαλωσία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lööma, vangistamine, vangistus, vangistuses, vangi, tehistingimustes, vangistust
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιχμαλωσία
αιχμαλωσία δελφινιών, λειβαδιτησ αιχμαλωσία, ονειροκρίτης αιχμαλωσία, βαβυλώνια αιχμαλωσία, αιχμαλωσία της αβινιόν, αιχμαλωσία λεξικό γλώσσας εσθονικά, αιχμαλωσία στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αιχμάλωτος στα εσθονικά - vang, vangistatud, vangis, vangistuses, vangistuses peetavate, vangistuses peetavaid
- αιχμή στα εσθονικά - osutama, kaevandusjäätmed, pöörmesulg, sigaretipits, punkt, tipp, piigi, ...
- αιχμαλωτίζω στα εσθονικά - lööma, vangistamine, hõive, sidumise, püüdmise, lüüa, püüdmine
- αιχμηρός στα εσθονικά - teravatipuline, ogaline, turris, okkalises, sakiline, Piikide
Τυχαίες λέξεις
Αιχμαλωσία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lööma, vangistamine, vangistus, vangistuses, vangi, tehistingimustes, vangistust
Μεταφράσεις: lööma, vangistamine, vangistus, vangistuses, vangi, tehistingimustes, vangistust