Αιχμαλωσία στα κροατικά
Μετάφραση: αιχμαλωσία, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
hvatanje, skupljanje, zarobljavanje, hvaliti, ropstvo, zarobljeništvo, zatočeništvo, zatočeništva, zatočeništvo je
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιχμαλωσία
αιχμαλωσία δελφινιών, λειβαδιτησ αιχμαλωσία, ονειροκρίτης αιχμαλωσία, βαβυλώνια αιχμαλωσία, αιχμαλωσία της αβινιόν, αιχμαλωσία λεξικό γλώσσας κροατικά, αιχμαλωσία στα κροατικά
Μεταφράσεις
- αιχμάλωτος στα κροατικά - zarobljenik, rob, sužanjstvo, u sužanjstvo, zarobljeništvu, u ropstvo
- αιχμή στα κροατικά - bod, kuhanje, točku, mjesto, vrh, pojedinost, glava, ...
- αιχμαλωτίζω στα κροατικά - skupljanje, zarobljavanje, hvaliti, hvatanje, Capture, snimci, na snimci, ...
- αιχμηρός στα κροατικά - šiljat, klasast, bodljikav, zaoštren
Τυχαίες λέξεις
Αιχμαλωσία στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: hvatanje, skupljanje, zarobljavanje, hvaliti, ropstvo, zarobljeništvo, zatočeništvo, zatočeništva, zatočeništvo je
Μεταφράσεις: hvatanje, skupljanje, zarobljavanje, hvaliti, ropstvo, zarobljeništvo, zatočeništvo, zatočeništva, zatočeništvo je