Αιχμαλωσία στα νορβηγικά
Μετάφραση: αιχμαλωσία, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
erobre, beslagleggelse, gripe, fange, fangenskap, fangenskapet, fanger
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιχμαλωσία
αιχμαλωσία δελφινιών, λειβαδιτησ αιχμαλωσία, ονειροκρίτης αιχμαλωσία, βαβυλώνια αιχμαλωσία, αιχμαλωσία της αβινιόν, αιχμαλωσία λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αιχμαλωσία στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- αιχμάλωτος στα νορβηγικά - fange, captive, fangenskap, fanget, til fange
- αιχμή στα νορβηγικά - punktum, punkt, spiss, topp, poeng, prikk, peak, ...
- αιχμαλωτίζω στα νορβηγικά - gripe, fange, beslagleggelse, erobre, fangst, capture
- αιχμηρός στα νορβηγικά - spiss, bustete, spiky, genser, piggete, pigget
Τυχαίες λέξεις
Αιχμαλωσία στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: erobre, beslagleggelse, gripe, fange, fangenskap, fangenskapet, fanger
Μεταφράσεις: erobre, beslagleggelse, gripe, fange, fangenskap, fangenskapet, fanger