Αρχίζω στα εσθονικά
Μετάφραση: αρχίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lähe, algus, alustama, algama, start, algust, algusest, alguses
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχίζω
αρχίζω συνώνυμα, αρχίζω δραστηριότητες για παιδιά 3-4 ετών, αρχίζω και τρελαίνομαι, αρχίζω πόλεμο γαρμπή, αρχίζω και τρελαίνομαι στίχοι, αρχίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, αρχίζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αρχέγονος στα εσθονικά - algeline, primitiivne, primitiivse, primitiivsed, primitiivsete
- αρχή στα εσθονικά - alustav, lähe, algus, põhimõte, puhkemine, alustama, printsiip, ...
- αρχαίος στα εσθονικά - vananenud, arhailine, vana, iidse, iidsed, iidne, iidsete
- αρχαιολογία στα εσθονικά - arheoloogia, arheoloogias, arheoloogiat, arheoloogiast
Τυχαίες λέξεις
Αρχίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lähe, algus, alustama, algama, start, algust, algusest, alguses
Μεταφράσεις: lähe, algus, alustama, algama, start, algust, algusest, alguses