Αρχίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: αρχίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ræsa, byrja, byrjun, Start, upphaf, að byrja
Αρχίζω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρχίζω

αρχίζω συνώνυμα, αρχίζω δραστηριότητες για παιδιά 3-4 ετών, αρχίζω και τρελαίνομαι, αρχίζω πόλεμο γαρμπή, αρχίζω και τρελαίνομαι στίχοι, αρχίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αρχίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αρχέγονος στα ισλανδικά - frumstæð, frumstæða, frumstæðar, frumstæður, frumstætt
  • αρχή στα ισλανδικά - upphaf, byrjun, ræsa, hefst, byrja, farin, að byrja, ...
  • αρχαίος στα ισλανδικά - forn, forna, fornu, gamla, gömul
  • αρχαιολογία στα ισλανδικά - fornfræði, fornleifafræði, í fornleifafræði
Τυχαίες λέξεις
Αρχίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ræsa, byrja, byrjun, Start, upphaf, að byrja