Αρχίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: αρχίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pradžia, pradžios, pradėti, starto, paleidimo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχίζω
αρχίζω συνώνυμα, αρχίζω δραστηριότητες για παιδιά 3-4 ετών, αρχίζω και τρελαίνομαι, αρχίζω πόλεμο γαρμπή, αρχίζω και τρελαίνομαι στίχοι, αρχίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αρχίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αρχέγονος στα λιθουανικά - primityvus, primityvios, primityvi, primityvūs, primityvusis
- αρχή στα λιθουανικά - pradžia, šaltinis, ištaka, kilmė, ataka, pradedant, pradeda, ...
- αρχαίος στα λιθουανικά - senovės, Ancient, senovinis, senas, senovinė
- αρχαιολογία στα λιθουανικά - archeologija, archeologiniai, archeology, archeologijos
Τυχαίες λέξεις
Αρχίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pradžia, pradžios, pradėti, starto, paleidimo
Μεταφράσεις: pradžia, pradžios, pradėti, starto, paleidimo