Αρχίζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αρχίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
начынаць, пачатак, пачало, пачаў, пачала
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχίζω
αρχίζω συνώνυμα, αρχίζω δραστηριότητες για παιδιά 3-4 ετών, αρχίζω και τρελαίνομαι, αρχίζω πόλεμο γαρμπή, αρχίζω και τρελαίνομαι στίχοι, αρχίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αρχίζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αρχέγονος στα λευκορωσικά - прымітыўны, прымітыўнае, прымітыўная, наіўны, прымітыўным
- αρχή στα λευκορωσικά - начынаць, пачатак, пачало, пачаў, пачала
- αρχαίος στα λευκορωσικά - старажытны, старадаўні, старажытнае, старажытная
- αρχαιολογία στα λευκορωσικά - археалогія
Τυχαίες λέξεις
Αρχίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: начынаць, пачатак, пачало, пачаў, пачала
Μεταφράσεις: начынаць, пачатак, пачало, пачаў, пачала