Γεννητικός στα εσθονικά

Μετάφραση: γεννητικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
suguelundite, generatiivne, generatiivse, generatiivseid, generatiivsete, generatiivset
Γεννητικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γεννητικός

γεννητικός έρπης συμπτώματα, γεννητικός έρπης φωτογραφιες, γεννητικός κύκλος, γεννητικός έρπης θεραπεία, γεννητικός ερπης, γεννητικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, γεννητικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • γενναιόδωρος στα εσθονικά - helde, suuremeelne, helded, lahke, rikkalikku
  • γενναιότητα στα εσθονικά - vaprus, julgus, vapruse, vaprust, vapruse eest, julgusest
  • γεννοβολώ στα εσθονικά - sigitama, mari, aretama, sigima, kudema, niidistik, tõug, ...
  • γεννώ στα εσθονικά - taluma, genereerima, võrsuma, idanema, tärkama, sigitama, kudema, ...
Τυχαίες λέξεις
Γεννητικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: suguelundite, generatiivne, generatiivse, generatiivseid, generatiivsete, generatiivset