Γεννητικός στα τσεχικά
Μετάφραση: γεννητικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
genitální, generativní, generativního, generativním, plodící, rozplozovací
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεννητικός
γεννητικός έρπης συμπτώματα, γεννητικός έρπης φωτογραφιες, γεννητικός κύκλος, γεννητικός έρπης θεραπεία, γεννητικός ερπης, γεννητικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, γεννητικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- γενναιόδωρος στα τσεχικά - velkorysý, šlechetný, štědrý, velkodušný, velkorysé, velkorysá, štědré
- γενναιότητα στα τσεχικά - udatnost, kuráž, statečnost, statečnosti, odvaha, hrdinství
- γεννοβολώ στα τσεχικά - vychovat, vytvářet, plemeno, rozmnožovat, vyrobit, výplod, tvořit, ...
- γεννώ στα τσεχικά - medvěd, vyrábět, snést, vytvořit, vyrobit, pučet, rodit, ...
Τυχαίες λέξεις
Γεννητικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: genitální, generativní, generativního, generativním, plodící, rozplozovací
Μεταφράσεις: genitální, generativní, generativního, generativním, plodící, rozplozovací