Γεννητικός στα ιταλικά
Μετάφραση: γεννητικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
generativo, generativa, generative, generatrice, generativi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεννητικός
γεννητικός έρπης συμπτώματα, γεννητικός έρπης φωτογραφιες, γεννητικός κύκλος, γεννητικός έρπης θεραπεία, γεννητικός ερπης, γεννητικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, γεννητικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- γενναιόδωρος στα ιταλικά - generoso, liberale, generosa, generosi, ricca, generose
- γενναιότητα στα ιταλικά - coraggio, valore, il coraggio, bravery, audacia
- γεννοβολώ στα ιταλικά - creare, stirpe, generare, razza, produrre, La deposizione delle uova, Spawning, ...
- γεννώ στα ιταλικά - reggere, creare, portare, generare, orso, produrre, tollerare, ...
Τυχαίες λέξεις
Γεννητικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: generativo, generativa, generative, generatrice, generativi
Μεταφράσεις: generativo, generativa, generative, generatrice, generativi