Διανέμω στα εσθονικά
Μετάφραση: διανέμω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
jaotama, andma, levitama, levitada, jagada, jaotada
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διανέμω
διανέμω κλίση, διανέμω αγγλικα, θα διανέμω, διανέμω αόριστοσ, διανέμω συνώνυμα, διανέμω λεξικό γλώσσας εσθονικά, διανέμω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- διαμετρώ στα εσθονικά - taatlema, kalibreerima, diametraalselt, risti, täiesti, diameetriliselt, on diametraalselt
- διαμορφώνω στα εσθονικά - kujundama, laad, kujund, vorm, komme, ülimoodne, läheme, ...
- διανοητικά στα εσθονικά - intellektuaalselt, mõistusega, vaimselt, vaimse, vaimsete, vaimset, psüühiliselt
- διανοητικός στα εσθονικά - haritlane, vaimne, vaimse, vaimset, vaimsete, vaimsele
Τυχαίες λέξεις
Διανέμω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: jaotama, andma, levitama, levitada, jagada, jaotada
Μεταφράσεις: jaotama, andma, levitama, levitada, jagada, jaotada