Λαβωμένος στα εσθονικά
Μετάφραση: λαβωμένος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
haavatud, haavata, haavatute, vigastada, haavatuid
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαβωμένος
λαβωμένος άγγελος, λαβωμένος λεξικό γλώσσας εσθονικά, λαβωμένος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- λαβή στα εσθονικά - arusaamine, haare, käepide, hakkama, käsitleda, käsitseda, käidelda
- λαβίδα στα εσθονικά - pihid, tangid, pintsett, pintsetid, tweezers, pintsettide
- λαβύρινθος στα εσθονικά - labürint, rägastik, labürindi, labürindis, labürinti, labürindist
- λαβώνω στα εσθονικά - haav, haavama, kaasahaarav, Gripping, Haardevahendid, Haaramine, Haardub
Τυχαίες λέξεις
Λαβωμένος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: haavatud, haavata, haavatute, vigastada, haavatuid
Μεταφράσεις: haavatud, haavata, haavatute, vigastada, haavatuid