Λαβωμένος στα ρουμανικά
Μετάφραση: λαβωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
răniți, rănit, ranit, raniti, rănită
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαβωμένος
λαβωμένος άγγελος, λαβωμένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, λαβωμένος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- λαβή στα ρουμανικά - mâner, ocupe, se ocupe, ocupe de, se ocupe de
- λαβίδα στα ρουμανικά - pensetă, pensete, penseta, o pensetă, tweezers
- λαβύρινθος στα ρουμανικά - labirint, labirintul, tip labirint, labirintului, de labirint
- λαβώνω στα ρουμανικά - răni, ofensă, Prinderea, prindere, de prindere, cotropire, Apucând
Τυχαίες λέξεις
Λαβωμένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: răniți, rănit, ranit, raniti, rănită
Μεταφράσεις: răniți, rănit, ranit, raniti, rănită