Λαβωμένος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: λαβωμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
повредени, ранети, ранет, ранетите, повредените
Λαβωμένος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαβωμένος

λαβωμένος άγγελος, λαβωμένος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, λαβωμένος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • λαβή στα σλαβομακεδονικά - се справи со, справи, да се справи со, се справи, да се справи
  • λαβίδα στα σλαβομακεδονικά - пинцети, пинцета
  • λαβύρινθος στα σλαβομακεδονικά - лавиринт, лавиринтот, лавиринти, лабиринт, лавиринтите
  • λαβώνω στα σλαβομακεδονικά - грчевито држејќи се, грчевито држејќи, вкопани, возбудливата, грчевито држејќи се за
Τυχαίες λέξεις
Λαβωμένος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: повредени, ранети, ранет, ранетите, повредените