Λαβωμένος στα τσεχικά
Μετάφραση: λαβωμένος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
raněný, zraněný, zraněn, raněných, zraněno, raněn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαβωμένος
λαβωμένος άγγελος, λαβωμένος λεξικό γλώσσας τσεχικά, λαβωμένος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- λαβή στα τσεχικά - panství, chvat, úchop, uchopit, stisknout, sevření, sevřít, ...
- λαβίδα στα τσεχικά - kleště, kleštičky, pinzeta, pinzety, pinzety Štětce, pinzetu, pinzetou
- λαβύρινθος στα τσεχικά - bludiště, zmatek, spleť, labyrint, zmást, labyrinth, labyrintové, ...
- λαβώνω στα τσεχικά - poranění, poranit, zranění, zranit, ranit, rána, Uchycení, ...
Τυχαίες λέξεις
Λαβωμένος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: raněný, zraněný, zraněn, raněných, zraněno, raněn
Μεταφράσεις: raněný, zraněný, zraněn, raněných, zraněno, raněn