Μειοψηφία στα εσθονικά
Μετάφραση: μειοψηφία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vähemus, noorus, vähemuste, vähemuse, vähemuses, rahvusvähemuste
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειοψηφία
καταστατική μειοψηφία, μειοψηφία ορισμός, αναστέλλουσα μειοψηφία, μαχόμενη μειοψηφία, μειοψηφία λεξικό γλώσσας εσθονικά, μειοψηφία στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- μεθύστακας στα εσθονικά - lakkekrants, külluslik, joodik, lopsakas, Rumm, Rummy, Rummi
- μειονέκτημα στα εσθονικά - puudujääk, puudus, varjupool, koolis, kahju, ebasoodsasse olukorda, puuduseks, ...
- μειώνομαι στα εσθονικά - kukkuma, lõpetama, kahanema, vähenema, kahanemas, hupenemassa, alanemine, ...
- μειώνω στα εσθονικά - annulleerima, aurutama, taandama, lammutama, sumbuma, redutseerima, kärpima, ...
Τυχαίες λέξεις
Μειοψηφία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vähemus, noorus, vähemuste, vähemuse, vähemuses, rahvusvähemuste
Μεταφράσεις: vähemus, noorus, vähemuste, vähemuse, vähemuses, rahvusvähemuste