Μειοψηφία στα ουκρανικά
Μετάφραση: μειοψηφία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
меншість, меншина, меншину, меншості, меншини
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειοψηφία
καταστατική μειοψηφία, μειοψηφία ορισμός, αναστέλλουσα μειοψηφία, μαχόμενη μειοψηφία, μειοψηφία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μειοψηφία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μεθύστακας στα ουκρανικά - п'яниця, переобтяжений, духмяний, п'яничка, солодкий, дивний, дивна, ...
- μειονέκτημα στα ουκρανικά - нестача, збиток, хиба, перешкоду, хибу, брак, недолік, ...
- μειώνομαι στα ουκρανικά - упускати, падіння, народитись, ослабляти, принижувати, зменшити, крапати, ...
- μειώνω στα ουκρανικά - червоношкірий, наймачі, заспокоюватись, слабшати, послабляти, виснажувати, виснажте, ...
Τυχαίες λέξεις
Μειοψηφία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: меншість, меншина, меншину, меншості, меншини
Μεταφράσεις: меншість, меншина, меншину, меншості, меншини