Μειοψηφία στα ρωσικά

Μετάφραση: μειοψηφία, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
малолетство, несовершеннолетие, меньшинство, меньшинства, меньшинств, меньшинством, меньшинстве
Μειοψηφία στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μειοψηφία

καταστατική μειοψηφία, μειοψηφία ορισμός, αναστέλλουσα μειοψηφία, μαχόμενη μειοψηφία, μειοψηφία λεξικό γλώσσας ρωσικά, μειοψηφία στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • μεθύστακας στα ρωσικά - пьяный, сочный, роскошный, пышный, пропойца, пьяница, запой, ...
  • μειονέκτημα στα ρωσικά - препятствие, невыгода, проруха, вред, помеха, ошибка, недостача, ...
  • μειώνομαι στα ρωσικά - разукрупнить, упускать, упасть, умерять, тратить, падение, убавить, ...
  • μειώνω στα ρωσικά - уменьшиться, сокращать, приостанавливать, измельчать, заставлять, переводить, сбавить, ...
Τυχαίες λέξεις
Μειοψηφία στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: малолетство, несовершеннолетие, меньшинство, меньшинства, меньшинств, меньшинством, меньшинстве