Μειοψηφία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μειοψηφία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
малцинство, малцинствен, малцинството, малцинствено
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειοψηφία
καταστατική μειοψηφία, μειοψηφία ορισμός, αναστέλλουσα μειοψηφία, μαχόμενη μειοψηφία, μειοψηφία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μειοψηφία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μεθύστακας στα βουλγαρικά - пивница, руми, Rummy, къркач, странен
- μειονέκτημα στα βουλγαρικά - недостатък, неблагоприятно положение, неизгодно положение, неравностойно положение
- μειώνομαι στα βουλγαρικά - гаснене, намалявам, губя блясъка си, дефектен край на талпа, дефектен край на дъска
- μειώνω στα βουλγαρικά - лишавам, съкрати, да съкрати
Τυχαίες λέξεις
Μειοψηφία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: малцинство, малцинствен, малцинството, малцинствено
Μεταφράσεις: малцинство, малцинствен, малцинството, малцинствено