Ανοχή στα ισλανδικά
Μετάφραση: ανοχή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
umburðarlyndi, þol, þoli, vikmörk, frávik
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοχή
ανοχή στη γλυκόζη, ανοχή λεξικό, ανοχή συνώνυμο, ανοχή στη διαφορετικότητα, ανοχή γλυκόζης, ανοχή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ανοχή στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ανοράκ στα ισλανδικά - hettuúlpur
- ανοσία στα ισλανδικά - friðhelgi, ónæmi, friðhelgi á, friðhelgin
- ανούσιος στα ισλανδικά - andlaus, unsavory
- αντέχω στα ισλανδικά - standa, staðið, að standa, staðist, stendur
Τυχαίες λέξεις
Ανοχή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: umburðarlyndi, þol, þoli, vikmörk, frávik
Μεταφράσεις: umburðarlyndi, þol, þoli, vikmörk, frávik