Ανοχή στα νορβηγικά
Μετάφραση: ανοχή, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
toleranse, toleransen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοχή
ανοχή στη γλυκόζη, ανοχή λεξικό, ανοχή συνώνυμο, ανοχή στη διαφορετικότητα, ανοχή γλυκόζης, ανοχή λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ανοχή στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ανοράκ στα νορβηγικά - anorakker, anorakk, anoraks
- ανοσία στα νορβηγικά - immunitet, immunforsvar, immuniteten, immunforsvaret
- ανούσιος στα νορβηγικά - usmakelig, uønsket, unsavoury, unsavory, usmakelige
- αντέχω στα νορβηγικά - lide, tåle, stå, skiller seg, står, skiller, stand
Τυχαίες λέξεις
Ανοχή στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: toleranse, toleransen
Μεταφράσεις: toleranse, toleransen