Αποκληρώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: αποκληρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tortíma
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκληρώνω
αποκληρώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αποκληρώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αποκλειστικός στα ισλανδικά - eintómur, einkarétt, eingöngu, einir, einkaviðtal, einskorðast
- αποκλειστικότητα στα ισλανδικά - eintómur, exclusiveness
- αποκολλώ στα ισλανδικά - Unstick
- αποκοπή στα ισλανδικά - staðall, staðlaða, staðlað, staðalbúnaður, staðli
Τυχαίες λέξεις
Αποκληρώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: tortíma
Μεταφράσεις: tortíma