Αποκληρώνω στα τσεχικά
Μετάφραση: αποκληρώνω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vydědit, vydědí, rozženu, zřeknu se, zřeknu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκληρώνω
αποκληρώνω λεξικό γλώσσας τσεχικά, αποκληρώνω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αποκλειστικός στα τσεχικά - výhradní, výlučný, exkluzivní, výhradním, výlučné, výlučná
- αποκλειστικότητα στα τσεχικά - výhradní, výlučný, výlučnost, exkluzivita, exkluzivitu, výlučné využití, výlučné
- αποκολλώ στα τσεχικά - odvelet, detašovat, odlučovat, utrhnout, odpojit, vyčlenit, odtrhnout, ...
- αποκοπή στα τσεχικά - odnětí, amputace, standard, standardní, norma, standard s, běžná
Τυχαίες λέξεις
Αποκληρώνω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vydědit, vydědí, rozženu, zřeknu se, zřeknu
Μεταφράσεις: vydědit, vydědí, rozženu, zřeknu se, zřeknu