Διδάσκω στα ισλανδικά
Μετάφραση: διδάσκω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kenna, að kenna, kennt, kenni, kennir
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διδάσκω
διδάσκω ετυμολογία, διδάσκω αεί διδασκόμενος, διδάσκω φυσικές επιστήμες, διδάσκω ελληνικά σε ξένους, διδάσκω αγγλικά, διδάσκω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διδάσκω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διαψεύδω στα ισλανδικά - gainsay
- διγαμία στα ισλανδικά - Bigamy
- διδασκαλία στα ισλανδικά - kennsla, kennslu, kenna, kenning, Kennsluvefur
- διείσδυση στα ισλανδικά - skarpskyggni, kemst, gegnflæði
Τυχαίες λέξεις
Διδάσκω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: kenna, að kenna, kennt, kenni, kennir
Μεταφράσεις: kenna, að kenna, kennt, kenni, kennir