Διδάσκω στα τσεχικά
Μετάφραση: διδάσκω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyučovat, učit, poučit, cvičit, vyučit, instruovat, naučit, učí, naučí
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διδάσκω
διδάσκω ετυμολογία, διδάσκω αεί διδασκόμενος, διδάσκω φυσικές επιστήμες, διδάσκω ελληνικά σε ξένους, διδάσκω αγγλικά, διδάσκω λεξικό γλώσσας τσεχικά, διδάσκω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- διαψεύδω στα τσεχικά - popřít, vyvracet, odporovat, odmlouvat, popírat
- διγαμία στα τσεχικά - dvojženství, bigamie
- διδασκαλία στα τσεχικά - výuka, vyučování, učení, výuky, výuku
- διείσδυση στα τσεχικά - infiltrace, průnik, pronikání, vnikání, proniknutí, penetrace, průniku
Τυχαίες λέξεις
Διδάσκω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vyučovat, učit, poučit, cvičit, vyučit, instruovat, naučit, učí, naučí
Μεταφράσεις: vyučovat, učit, poučit, cvičit, vyučit, instruovat, naučit, učí, naučí