Εκλεκτικός στα ισλανδικά

Μετάφραση: εκλεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sértækur, sérhæfðir, sértækt, sértæka, sértæk
Εκλεκτικός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκλεκτικός

επιλεκτικός συνώνυμο, εκλεκτός συνώνυμα, εκλεκτικός αναστολέας επαναπρόσληψης σεροτονίνης, εκλεκτικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εκλεκτικός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εκλέξιμος στα ισλανδικά - gjaldgeng, hæf, til greina, gjaldgengar, gjaldgengur
  • εκλειπτική στα ισλανδικά - Vetrarbrautir, Sólbaugur
  • εκλεκτός στα ισλανδικά - kjör, valið, valin, valinn, valdir, kosið
  • εκλεπτυσμένος στα ισλανδικά - fínn, háþróuð, háþróaður, háþróaðri, flóknari, háþróuðu
Τυχαίες λέξεις
Εκλεκτικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sértækur, sérhæfðir, sértækt, sértæka, sértæk